Δευτέρα 26 Ιουλίου, απόγευμα. Κατεβαίνουμε από το Ναρθάκι μετά από σκαρφάλωμα με προορισμό τη Γλυκερία. Κάποια στιγμή χτυπά το κινητό. Απαντώ και ακούω τη Στέλλα να μου λέει «Ετοιμάσου, σου βρήκαμε σχοινοσύντροφο. Σάββατο φεύγουμε για Άλπεις. Τα λέμε αργότερα». Ούτε μα δεν πρόλαβα να πω.
Παρόλο που φωναχτά έλεγα ότι δεν το βλέπω να πηγαίνω για 1000+2 λόγους, κάπου μέσα μου είχα πάρει ήδη την απόφαση και με φανταζόμουν στο πλοίο για Ancona.
Βλέπεται την επόμενη μέρα έπρεπε να κατέβω για Αθήνα και θα έμενα μέχρι Κυριακή. Οπότε δεν είχα πολύ χρόνο να το σκεφτώ. Τρίτη πρωί στη δουλειά και αφού κανόνισα για την άδεια, αρκετά τηλέφωνα για τα απαραίτητα. Ο Αντρέας ανέλαβε τη πολύ σημαντική αποστολή να βγάλει τα εισιτήρια, πράσινη κάρτα για το αυτοκίνητο και να βρει διάφορα πράγματα που δεν έχω και θα τα χρειαζόμουν. Γυρίζω σπίτι και αρχίζω να σκέφτομαι τι να πάρω μαζί μου. Είχα μόνο 2-3 ώρες χρόνο μέχρι να φύγω για Αθήνα. Κλασσικά τηλέφωνο στο Αντρέα, «Τι να πάρω; Αυτό θα το χρειαστώ;» Βλέπετε δεν ήξερα ακόμη που ακριβώς θα πάμε. Η απάντηση ήταν ξεκάθαρη και κοφτή «Τα πάντα».
Όλα ήταν έτοιμα, τα είχα φορτώσει και στο αυτοκίνητο και ξεκινούσα για Αθήνα. Δύο ακόμη προβλήματα όμως έψαχναν για λύση. Το πρώτο με μια λέξη «Βενζίνη». Τα βενζινάδικα είχαν στεγνώσει και οριακά είχα καύσιμα για Αθήνα. Έπρεπε οπωσδήποτε να βάλω βενζίνη για να φτάσουμε μέχρι Πάτρα. Ευτυχώς μετά από κόπο βρήκα ένα βενζινάδικο που είχε και έβαλα 20 ευρώ (τόση ήταν η ταρίφα). Δεύτερο πρόβλημα, «πράσινη κάρτα» για το αυτοκίνητο. Μόλις είχα πληρώσει τα ασφάλιστρα και δεν φαινόταν στα κεντρικά ότι είχα πληρώσει και δεν μπορούσε να βγάλει ο Αντρέας τη κάρτα. Έπρεπε να κατέβω στη Συγγρού στα Κεντρικά με το ασφαλιστήριο για να τη βγάλω. Πέμπτη πρωί ήμουν εκεί. Απίστευτη ουρά, 2-3 ώρες όρθιος αλλά έφυγα με τη κάρτα στο χέρι και χαρούμενος πως πλέον όλα είναι έτοιμα και δεν υπάρχει επιστροφή.
Παρασκευή βράδυ, επιστροφή στο σπίτι και το κινητό αρνείται να φορτίσει. Ο Αντρέας αναλαμβάνει να μου φέρει μια συσκευή. Τη βάζει να φορτίσει αλλά το πρωί του Σαββάτου που βρεθήκαμε είχε ξεχάσει να τη φέρει μαζί του. Τα διαόλια μου με πιάσανε. Πως θα μιλάω εγώ με το γλυκό μου Μούμου τώρα;;;;
Τώρα θα μου πείτε γιατί σας τα λέω όλα αυτά.
Ήταν η αρχή της ταλαιπωρίας του ταξιδιού. Μερικές φορές ευχάριστη και μερικές φορές πολλλλλλύ δυσάρεστη.
Αναχώρηση για Πάτρα. Στο δικό μου αυτοκίνητο ήταν ο Άλεξ και ο Ιορδάνης. Με το αυτοκίνητο του Αντρέα η Στέλλα. Οι ασύρματοι είχαν την τιμητική τους στο ταξίδι. Πειράγματα και πλακίτσες συνέχεια. Μετά από πολλές ώρες ταξιδιού, Αθήνα – Πάτρα – Ancona και μετά από 650 χλμ. περίπου βρισκόμαστε στην είσοδο του “tunnel de Mont Blanc” Λόγω της ουράς είχαμε το χρόνο να βγούμε λίγο από τα αυτοκίνητα. Δίπλα και λίγο πάνω από το τούνελ, ένας παγετώνας. Αρχίσαμε να μπαίνουμε σιγά-σιγά σε κλίμα βουνού.
Με το όριο ταχύτητας στα 60 χλμ/ώρα, τα 11 χιλιόμετρα του τούνελ ήταν ατελείωτα. Ήταν η πρώτη φορά που πήγαινα στο Chamonix και η αγωνία/χαρά και ότι άλλο μπορείτε να φανταστείτε στα κόκκινα.
Αφού βολευτήκαμε στο camping βγήκαμε για μια βόλτα και φαγητό στο Chamonix. Μια κοιλάδα μέσα στο πράσινο και γύρω-γύρω παγετώνες και κορυφές να ξεπροβάλουν ανάμεσα στα σύννεφα. Πολλά σύννεφα που δεν άργησαν να μεταμορφωθούν σε καταιγίδα. Οι δρόμοι πλημμύρησαν και η βροχή γινόταν όλο και πιο έντονη. Ωραία λέμε. Εγώ είχα μόνο πέντε μέρες για σκαρφάλωμα και το βουνό μου έλεγε ότι θα σε ταλαιπωρήσω λίγο.
Το πρόγραμμα της Δευτέρας ήταν ξύπνημα νωρίς, πρωινό, ψώνια από super market για το βουνό και να ανέβουμε το μεσημέρι στα Envers. Δυστυχώς όμως ο καιρός δεν μας έκανε τη χάρη. Και ενώ φαινόταν το πρωί ότι άνοιγε και είχαμε απλώσει τα πράγματα και φτιάχναμε σακίδια, η βροχή μας άλλαξε τη γνώμη και αναβάλαμε την ανάβαση για Τρίτη. Οπότε είχαμε χρόνο για ψώνιααααααα και τουρισμό Έχω την εντύπωση ότι όλοι όσοι πηγαίνουν στις Άλπεις, πηγαίνουν πρώτα για τα ψώνια και μετά για σκαρφάλωμα.
Τρίτη πρωί ο καιρός είναι καλός. Φεύγουμε γρήγορα, γρήγορα για το γραφείο των οδηγών βουνού για να μάθουμε τον καιρό για τις επόμενες μέρες. Ο καιρός την Τετάρτη θα είναι πολύ καλός και με αρκετά σύννεφα την Πέμπτη. Οπότε Τρίτη ανεβαίνουμε, φουλ σκαρφάλωμα Τετάρτη, Πέμπτη και επιστροφή στο Chamonix την Παρασκευή. Εγώ με τον Ιορδάνη θα έπρεπε να φύγουμε πολύ πρωί του Σαββάτου για Ancona.
Επιστροφή στο camping. Πάλι όλα τα πράγματα χύμα για να φτιάξουμε τα σακίδια και μετά στο σταθμό να πάρουμε το τρενάκι που θα μας ανεβάσει μέχρι τα 1913 στο Le Montenvers. Δυστυχώς έχει πολύ συννεφιά και δεν φαίνεται η Dru ακριβώς απέναντι.
Αφού τρώμε τα σαντουϊτσάκια μας ξεκινάμε για το καταφύγιο στα Envers. Πρέπει να κατέβουμε στον παγετώνα χρησιμοποιώντας κάποιες σκάλες που βρίσκονται στο βράχο. Μετά περπάτημα στον παγετώνα, ανέβασμα πάλι σε σκάλες και μετά 1 – 1,5 ώρα περπάτημα. Επειδή ποτέ δεν ξέρεις πόσο κόσμο θα βρεις στις σκάλες και με τους οδηγούς βουνού να σε πατάνε και να περνάνε από πάνω σου, θεώρησα ότι ήταν ολίγον τι επικίνδυνο, οπότε φόρεσα το μποντριέ και είχα 2 αυτασφάλειες έτοιμες καλού κακού.
Στο μονοπάτι ο Αντρέας έχει φύγει μπροστά ακολουθεί ο Άλεξ με τον Ιορδάνη. Λίγο πιο πίσω η Στέλλα και εγώ τελευταίος να κάνω τη σκούπα. Όχι ότι έχω κουραστεί αλλά τα έχω παίξει τελείως !!! Ο Αντρέας με τον Άλεξ και τη Στέλλα έχουν ξαναπάει.
Εγώ με τον Ιορδάνη ήταν η πρώτη μας φορά. Ακούω μια φωνή στον ασύρματο από τον Αντρέα: «έφτασα αλλά οι θέσεις που είναι να στήσουμε είναι πιασμένες. Θα ψάξω για άλλη καβάντζα». Φτάνουμε και εμείς και η θέα, το τοπίο και η ησυχία είναι εκπληκτική. Αφού στήνουμε και ψιλοχαλαρώνουμε, βλέπουμε μια σχοινοσυντροφιά να κάνει ραπέλ. Ήρθε η ώρα ο φακός ζοομ να κάνει τη δουλειά του. Φαγητό και νωρίς για ύπνο. Η πρόβλεψη καιρού για την αυριανή μέρα είναι πάρα πολύ καλή και ανυπομονούμε να σκαρφαλώσουμε …. to be continued
part 2
Πρωί Τετάρτης, το ξυπνητήρι τσιρίζει στα αυτιά μας επίμονα. Άνοιγμα του αντίσκηνου και μια σουπερ μέρα μας περίμενε έξω. Γρήγορα-γρήγορα πρωινό και κάτω από τα βράχια. Ο σκοπός ήταν να κάνουμε μια πιο εύκολη διαδρομή για να μπούμε στο κλίμα και την Παρασκευή να κάναμε μια πιο δύσκολη.
Φυσικά όλα τα βράχια ήταν γρανίτης. Η αίσθηση του πατάω τα πάντα και παντού χωρίς να γλιστρήσει ήταν απίστευτη. Αριστερά μας υπάρχει μια κάθετη πλάκα στην οποία το μόνο που ξεχώριζε ήταν κάποια γκολό στα οποία υπήρχαν σετάκια, καραμπίνερ κλπ από υποχωρήσεις πιθανόν. Δεν μπορούσα να φανταστώ πως ήταν δυνατόν να σκαρφαλώνετε αυτή η πλάκα.
Μετά από μερικές ώρες ευχάριστης και απολαυστικής αναρρίχησης, είπαμε να περάσουμε από το καταφύγιο να καθήσουμε λίγο και να ρωτήσουμε για τον καιρό. Η θέα από το καταφύγιο μοναδική αλλά η πρόγνωση για την Πέμπτη μας ξενέρωσε.
Επιστροφή στα αντίσκηνα για φαγητό και ξεκούραση. Ο ουρανός άρχισε να μαζεύει σύνεφα και η πιθανότητα βροχής ήταν μεγάλη. Μετά από διαβουλεύσεις και φιλοσοφικές συζυτήσεις αποφασίσαμε να φύγουμε το πρωί. Δεν θα ήταν και πολύ ευχάριστο να επιστρέφουμε με βροχή και πολύ πιθανόν με φακούς στο παγετώνα. Οπότε ετοιμάσαμε τα σακίδια για το πρωί και συνεχίσαμε το μπλα μπλα μέχρι να νυχτώσει. Το πρωί έπρεπε να σηκωθούμε νωρίς, να κατέβουμε στο Chamonix και να φύγουμε αμέσως για Chiavenna με σκοπό να σκαρφαλώσουμε στην Albigna. H Chiavenna βρίσκετε στα σύνορα Ιταλίας – Ελβετίας, οπότε είχαμε μπροστά μας αρκετά χιλιόμετρα να διανύσουμε.
Ξημέρωσε και μέσα από το αντίσκηνο έξω όλα φαινόντουσαν πολύ φωτεινά. “Βρε λες να έχει καλό καιρό και να μπορέσουμε να σκαρφαλώσουμε και σήμερα;” σκέφτηκα. Η διάψευση ήρθε γρήγορα. Με το που ανοίξαμε το φερμουάρ από το αντίσκηνο, τα πάντα έξω ήταν λευκά. Κατα τη διάρκεια της νύχτας είχε χιονίσει και θύμιζε λίγο από Χριστούγεννα. Ευτυχώς δεν είχε χιονίσει στον παγετώνα. Μαζεύουμε τα αντίσκηνα και ξεκινάμε γιατί ήταν πολύ πιθανόν να αρχίσει να βρέχει. Κάτι που έγινε μετά από λίγο.
Στις μία περίπου το μεσημέρι φτάνουμε στα αυτοκίνητα πεινασμένοι και κατάκοποι. Μετά τα σχετικά ξεκινάμε για Chiavenna με ενδιάμεση στάση στην Aosta για ψώνια. Φτάνουμε περίπου στις 10 το βράδυ λιώμα από την κούραση και από φαγητό σχεδόν τίποτα. Το camping ήταν φουλ και το επόμενο camping γνωστό camping ήταν στην Ελβετία. Τρώμε, κλασικά, μια πίτσα και συνεχίζουμε. Περνάμε τα σύνορα αργά και με το φόβο μήπως μας σταματήσουνε για έλεγχο. Ευτυχώς κάτι τέτοιο δεν έγινε και βρήκαμε και θέση στο camping.
Η επόμενη μέρα ήταν φανταστική, τελευταία για εμένα, αλλά δυστυχώς και εδώ είχε χιονίσει χαμηλά στα 2200-2500 που βρίσκονται οι διαδρομές. Έτσι επισκεφτήκαμε ένα σπορ πεδίο στη περιοχή και το απόγευμα τουρισμός στη μικρή πόλη της Chiavenna. Το κέντρο της ήταν γεμάτο κόσμο και σε κάθε δρόμο κάποιο γκρουπάκι έπαιζε μουσική. Ήταν πολύ όμορφα. Δεν καθήσαμε μέχρι αργά γιατί έπρεπε να ξυπνήσω νωρίς το πρωί. Όλη τη μέρα βέβαια είχα και ασφυκτική πίεση για να μείνω μια-δυο μέρες ακόμη αλλά αυτό ήταν αδύαντο. Δευτέρα πρωί έπρεπε να ήμουν στη Λαμία. Το καράβι για Πάτρα έφευγε στις 13:30 από Ancona και δεν χρειαζόμουν πάνω από 6 ώρες μέχρι εκεί. Και τώρα αρχίζουν οι περιπέτειες τις επιστροφής ....
Αναχωρώ κατά τις 5:30 και γύρω στις 7 βρίσκομαι στο Μιλάνο. Ωραία σκέφτομαι, γύρω στις 11 θα είμαι Ancona. Μπαίνω στην autostrada και μετά από μισή ώρα τοίχος. Χαλαρός εγώ, βλέπεις έχω χρόνο. Το τοίχος όμως σταθερά εκεί, στο ραδιόφωνο συνέχεια έλεγε για τη κίνηση στους δρόμους. Σάββατο 7 Αυγούστου και μάλλον οι Ιταλοί φεύγουν για διακοπές. Οι ώρες περνούσαν και πλέον ήταν βέβαιο ότι οριακά θα προλάβω το καράβι. Τηλέφωνα με τα παιδιά, τα οποία είχαν πάει για σκαρφάλωμα ....
.... και εγώ έπειζα στην κίνηση. Τηλέφωνα στην εταιρία να μάθω τι γίνετε με το καράβι αλλά τίποτα. Μετά από κάποιο σημείο το είχα πάρει απόφαση και είχα μόνο το καλό μου Μουμάκι για παρέα. Να μην τα πολυλογώ φτάνω στο λιμάνι στις 4 περίπου. Μετά από πάνω 10 ώρες στο τιμόνι, πεινασμένος και κατάκοπος προσπαθώ να δω τι γίνετε με τα πλοία από τις άλλες δύο εταιρίες που είχαν καθυστέρηση και δεν είχαν φύγει ακόμη. Μετά από 1 ώρα στην ουρά τα νέα είναι μαύρα. Δεν υπάρχει θέση για το αυτοκίνητο ούτε για τα πλοία που θα έφευγαν την Κυριακή. Ωραία λέω. Διακοπές στην Ancona. Φεύγω για τον κέντρο της πόλης για να βρω ένα internet cafι και να τσιμπήσω κάτι. Η πόλη ένα χάλι. Βρίσκω ότι παραλιακά βόρεια της Ancona υπάρχουν πάρα πολλά camping και ξενοδοχεία. Ωραιά λέω, κάτι θα βρω δεν μπορεί. Αμ δε !!! είχε πάει 10 και το μόνο που άκουγα “sorry we are full”. Στο μόνο που είχα βρει ήταν σε ένα ξενοδοχείο στο οποίο είχε 110 ευρω το δωμάτιο. Το είχα πάρει απόφαση. Αντρέα σκάσε τα 110 ευρια και πήγαινε να κάνεις ένα μπανάκι και να κοιμηθείς γιατί θα την έβγαζα στο αυτοκίνητο. Πηγαίνοντας προς το ξενοδοχείο βλέπω άλλο ένα camping. Σταματάω ρωτάω, του λέω και τον πόνο μου και τελικά με βολέψανε σε μια γωνία ίσα-ίσα που χόραγε το αντίσκηνο, ακριβώς δίπλα από ένα χώρο που έπαιζαν μουσική για παιδιά και τα τρένα από δίπλα να περνούν και να σφυρίζουν σχεδόν κάθε μισή ώρα. Είχε απίστευτη φασαρία, αναπολούσα την ησυχία του βουνού. Φαγητό, μπανάκι και γρήγορα για ύπνο. Δεν πρέπει να πέρασε πάνω από λεπτό και έλιωσα. Δεν με ενοχλούσε τίποτα.
Κυριακή πρωί και βρίσκομαι στο λιμάνι στην ουρά της Superfast για να δω τι θα γίνει. Πολύς κόσμος και αρκετοί από αυτούς πρέπει να είχαν χάσει και αυτοί το καράβι. Μετά από λίγο ένας υπάλληλος κολλάει στο τζάμι ένα χαρτί που έγραφε Garage Full. Γαμώ το κέρατό μου, ούτε σήμερα θα φύγω. Μετά από αυτό ο κόσμος άρχισε να φεύγει οπότε πλησιάζω τον υπάλληλο και του λέω επίσης τον πόνο μου. Και τότε ακούω από τον υπάλληλο: «Επειδή ξέρουμε το πρόβλημα με την κίνηση κλπ έχουμε κρατήσεις θέσεις για εσάς» Του δίνω το εισητίριο, δεν πληρώνω τίποτα παραπάνω, και μου δίνει τη κάρτα επιβίβασης. Απίστευτα πανηγύρια. Και τώρα που τα γράφω και τα ξαναζώ, χοροπηδάω. Πλέον κρατούσα το χαρτί της εξόδου από τον εφιάλτη.
Τελικά κατεβαίνω στην Ιγουμενίτσα και από εκεί Λαμία κατευθείαν στη δουλειά. Μετά από 50+ ώρες ταλαιπωρίας, σκεφτόμουν ένα δροσερό μπανάκι, το κρεβάτι μου και τα θαλλασινά μπάνια στη Κεφαλλονιά που θα έφευγα σε λίγες με το καλό μου Μουμάκι.
Ανδρέας Καλότυχος
η τελευταία εικόνα απλά γαμεί...
ΑπάντησηΔιαγραφήΘανάσης