Η απόφαση πάρθηκε στα γρήγορα, χωρίς να το καταλάβω. Καλοκαίρι, αντί να πάμε σε κάποιο νησί, να πιούμε και να χορέψουμε μέχρι πρωίας, θα πηγαίναμε στο ZERMATT (Ελβετία) για να ανεβούμε το MATTERHON, από την κλασσική. Την παρέα αποτελούσαν, εκτός από τον γράφοντα, οι Λουκάς Πρατίλας, Σταύρος Ψιρρόπουλος και Δημήτρης Πουλόπουλος. Είχαμε αποφασίσει να κάνουμε το ταξίδι οδικώς και να μην πάρουμε το πλοίο, για την ταλαιπωρία. Είχαμε χωριστεί σε δύο σχοινοσυντροφίες (ο Δημήτρης με τον Σταύρο και εγώ με τον Λουκά), γιατί έτσι θα ήμασταν ταχύτεροι. Όλοι έμπειροι αναρριχητές εκτός φυσικά από εμένα. Είχα περίπου 2 χρόνια εμπειρία και αυτή κυρίως σε σπόρ πεδία. Πόσο δύσκολο μπορεί να είναι, σκέφτηκα και χωρίς να ξέρω τί με περίμενε, είπα το ναι! Είχα άλλωστε αρκετό χρόνο μπροστά μου, ώστε να προετοιμαστώ. Μια πτώση όμως κατά την διάρκεια της προετοιμασίας με άφησε σχεδόν 3 μήνες εκτός. Όταν πια ήμουν έτοιμος για δράση πάλι, τα περιθώρια είχαν στενέψει. Πρόλαβα να κάνω 4 βουνίσιες διαδρομές. Την Αλπίνα στη Γκιώνα, την κόψη του Κόρακα στα Βαρδούσια, το Ξερολάκι στον Όλυμπο και την κλασική της Βαράσοβας. Όλες γίνανε με μπότα, για να προσομοιάζει το σκαρφάλωμα με αυτό που είχαμε μπροστά μας και σόλο (σχοινί χρησιμοποιήσαμε μόνο σε κάποια σημεία, στο Ξερολάκι). Πριν το καταλάβω είχε φτάσει η 1 Αυγούστου και φορτώναμε το Van του Λουκά για να φύγουμε.
Αναχωρήσαμε το απόγευμα της ίδιας μέρας και διανυκτερεύσαμε στην Θεσ/κη. Την επόμενη μέρα το πρωί, περάσαμε τα σύνορα με τα Σκόπια και μετά από λίγη ώρα αυτά της Σερβίας. Οι περιπέτειες δεν άργησαν να αρχίσουν. Μια πέτρα χτύπησε το πίσω δεξί τζάμι του αυτοκινήτου και το έσπασε (εργάτες έκοβαν τα χόρτα στην άκρη του δρόμου και προφανώς το κοπτικό πέταξε την πέτρα). Σταματήσαμε και κολλήσαμε το τζάμι με ταινία. Σκηνικό που επαναλήφθηκε πολλές φορές κατά την διάρκεια του ταξιδιού μας.
Μετά από πολλές ώρες οδήγησης και μια μόνο στάση για λίγο ύπνο, κάπου στην Ιταλία, φτάσαμε στο RANDA (ένα μικρό χωριό, λίγα χλμ πριν από το Zermatt) κατά το μεσημέρι. Στήσαμε τα αντίσκηνά μας στο μοναδικό camping του χωριού (είναι φτηνότερο και πιο ήσυχο από αυτό στο Zermatt) και ξεκουραστήκαμε.
Την επόμενη μέρα, ανεβήκαμε Zermatt με τα ΤΑΧΙ – VAN που χρησιμοποιούνται στην περιοχή, για μια αναγνωριστική βόλτα και περπατήσαμε στους δρόμους. Από εκεί είδαμε και το βουνό, επιβλητικό και ψηλό. Αυτό όμως που με εντυπωσίασε (και με τρόμαξε) περισσότερο ήταν το νεκροταφείο που βρίσκεται στο κέντρο του Zermatt και έχει τάφους μόνο όσων πέθαναν προσπαθώντας να ανέβουν το βουνό. Πιστέψτε με, είναι πολλοί!
Εκεί άρχισα να συνηδειτοποιώ ότι τα πράγματα δεν είναι τόσο απλά όσο ήθελα να πιστεύω... κατά τα άλλα η ατμόσφαιρα ήταν χαλαρή. Παντού ορειβάτες, πεζοπόροι, ποδηλάτες και σκιέρ. Αυτοκίνητα δεν υπήρχαν (εκτός από κάτι μικρά ηλεκτροκίνητα), μιας και δεν επιτρέπονται μέσα στο χωριό. Τα πάντα δούλευαν τέλεια σαν ελβετικό ρολόι! Μόνο μειονέκτημα, η ακρίβεια! Ευτυχώς είχαμε προνοήσει και εφοδιαστήκαμε τρόφιμα από supermarket, στην Ιταλία. Έτσι τα μόνα έξοδα θα ήταν το camping και οι μετακινήσεις με ΤΑΧΙ και lift. Επισκεφτήκαμε το γραφείο των ντόπιων οδηγών βουνού και πήραμε πληροφορίες για το βουνό, αλλά και για το που θα μπορούσαμε να κάνουμε κάποιες προπαρασκευαστικές διαδρομές.
Το επόμενο πρωί ξυπνήσαμε νωρίς και πήραμε το πρώτο ΤΑΧΙ για Zermatt. Είχαμε αποφασίσει να ανεβούμε στο BREITHORN. Μια ορειβατική κορφή, 4164 μέτρων, απέναντι από το Μatterhorn, για εγκλιματισμό. Πήραμε το lift και ανεβήκαμε μέχρι το TROCKENER STEG, στα 2939μ, από όπου αρχίσαμε το περπάτημα για την κορυφή. Για μένα όλα ήταν πρωτόγνωρα, η όλη διαδικασία μου φάνηκε καταπληκτική και όταν φτάσαμε να περπατήσουμε πάνω σε παγετώνα, ένιωσα σαν πρωτοπόρος εξερευνητής περασμένου αιώνα! Μόνο που είχαμε πολύ δρόμο ακόμα μπροστά μας. Ο Λουκάς ήταν σε καλύτερη φυσική κατάσταση από όλους και μας είπε ότι θα ανέβαζε ρυθμό για να προλάβει να κάνει κορυφή. Μου πρότεινε να μείνω με τα παιδιά λόγω της απειρίας μου. Ο Δημήτρης και ο Σταύρος ακολούθησαν έναν δικό τους πιο αργό ρυθμό. Εγώ ένιωθα ακόμα δυνατός και θεώρησα ότι μπορούσα να κρατήσω ένα σχετικό γρήγορο ρυθμό. Έτσι άφησα πίσω τους δύο συντρόφους μου. Συνέχισα και παρόλο τον πονοκέφαλο που ένιωθα, πέρασα σχετικά γρήγορα το πλατώ πριν την κορυφή, εκεί όμως ο πονοκέφαλος έγινε εντονότερος και ένιωσα καλύτερα μόνο αφού έκανα εμετό. Νιώθοντας καλύτερα, αποφάσισα να συνεχίσω. Η κλίση όμως για την κορυφή ήταν έντονη και η ανάβαση γινόταν με πολύ αργό ρυθμό. Γύρω στα 100 μέτρα πριν την κορυφή ρώτησα έναν Ιταλό που κατέβαινε, την ώρα, Μου είπε ότι ήταν 1. Μου φάνηκε απίστευτο! Είχα κάνει 4 ώρες μέχρι εκείνο το σημείο και με την κούραση που ένιωθα, θεώρησα ότι δεν θα προλάβαινα με τίποτα το τελευταίο lift για Zermatt, που έφευγε στις 4. Πρέπει να έμεινα εκεί γύρω στα 10 λεπτά, προσπαθώντας να πάρω μια απόφαση. Τελικά αποφάσισα να γυρίσω. Όταν έφτασα κάτω βρήκα τον Σταύρο και τον Δημήτρη, οι οποίοι, μπορεί να μην είχαν κάνει ούτε αυτοί κορφή, είχαν πάρει όμως, την σωστή απόφαση και δεν πιέστηκαν. Στο κάτω κάτω, ήμασταν εκεί για να εγκλιματιστούμε. Ρώτησα πάλι την ώρα. Ήταν 2:40. Είχα διανύσει την απόσταση στο μισό χρόνο που χρειάστηκα να ανέβω. Η απειρία μου, μου στοίχισε την χαρά να κάνω την κορφή. Περιμέναμε τον Λουκά, ο οποίος ήταν ο μόνος που ανέβηκε κορφή και κατεβήκαμε στο χωρίο.
Τις επόμενες ημέρες, ο καιρός δεν ήταν με το μέρος μας. Άρχισε να βρέχει. Για να μην καθόμαστε άπραγοι, αποφασίσαμε να το ρίξουμε στον τουρισμό. Πήγαμε μια βόλτα στη Γαλλία. Περπατήσαμε σε ένα άνοιγμα του καιρού στην περιοχή γύρω από το Zermatt και επισκτευτήκαμε το πολύ καλό μουσείο του Matterhorn. Στις 9 του μηνός σκαρφαλώσαμε με τον Λουκά, στο RIFFELHORN (2927μ) μια αναρριχητική διαδρομή (4+) σε γρανίτη και ο Σταύρος με τον Δημήτρη μια άλλη (6+). Η διαδρομή, εύκολη αλλά λόγω υψομέτρου κουραστική, ήταν αποκάλυψη για εμένα. Εκτός την αίσθηση του να σκαρφαλώνω λίγα μέτρα πάνω από παγετώνα με καταπληκτική θέα, ήταν η πρώτη φορά που ένιωσα ασφάλεια ενώ σκαρφάλωνα με τις μπότες. Τελικά ο Λουκάς και ο Σταύρος είχαν δίκιο. Οι μπότες πατούσαν παντού! Το μόνο που έπρεπε να κάνω ήταν να τις εμπιστευτώ.
Ο καιρός ξαναέκλεισε και είχαμε αρχίσει να αμφιβάλουμε για το αν θα μας δινόταν η ευκαιρία να κάνουμε το βουνό. Παρακολουθούσαμε μέσω internet τον καιρό και έδειξε ότι υπήρχε ένα άνοιγμα μεταξύ 12 και 15 Αυγούστου. Αποφασίσαμε να το εκμεταλλευτούμε.
Νωρίς το πρωί της Τετάρτης 12 του μηνός μαζέψαμε τα αντίσκηνα, φορτωθήκαμε τα σακίδια και φύγαμε για το HORNLIHUTTE, που βρίσκεται στα 3260μ. υψόμετρο. Το lift μας άφησε στο SCHWARZSEE PARADISE στα 2583μ.
Αναχωρήσαμε το απόγευμα της ίδιας μέρας και διανυκτερεύσαμε στην Θεσ/κη. Την επόμενη μέρα το πρωί, περάσαμε τα σύνορα με τα Σκόπια και μετά από λίγη ώρα αυτά της Σερβίας. Οι περιπέτειες δεν άργησαν να αρχίσουν. Μια πέτρα χτύπησε το πίσω δεξί τζάμι του αυτοκινήτου και το έσπασε (εργάτες έκοβαν τα χόρτα στην άκρη του δρόμου και προφανώς το κοπτικό πέταξε την πέτρα). Σταματήσαμε και κολλήσαμε το τζάμι με ταινία. Σκηνικό που επαναλήφθηκε πολλές φορές κατά την διάρκεια του ταξιδιού μας.
Μετά από πολλές ώρες οδήγησης και μια μόνο στάση για λίγο ύπνο, κάπου στην Ιταλία, φτάσαμε στο RANDA (ένα μικρό χωριό, λίγα χλμ πριν από το Zermatt) κατά το μεσημέρι. Στήσαμε τα αντίσκηνά μας στο μοναδικό camping του χωριού (είναι φτηνότερο και πιο ήσυχο από αυτό στο Zermatt) και ξεκουραστήκαμε.
Την επόμενη μέρα, ανεβήκαμε Zermatt με τα ΤΑΧΙ – VAN που χρησιμοποιούνται στην περιοχή, για μια αναγνωριστική βόλτα και περπατήσαμε στους δρόμους. Από εκεί είδαμε και το βουνό, επιβλητικό και ψηλό. Αυτό όμως που με εντυπωσίασε (και με τρόμαξε) περισσότερο ήταν το νεκροταφείο που βρίσκεται στο κέντρο του Zermatt και έχει τάφους μόνο όσων πέθαναν προσπαθώντας να ανέβουν το βουνό. Πιστέψτε με, είναι πολλοί!
Εκεί άρχισα να συνηδειτοποιώ ότι τα πράγματα δεν είναι τόσο απλά όσο ήθελα να πιστεύω... κατά τα άλλα η ατμόσφαιρα ήταν χαλαρή. Παντού ορειβάτες, πεζοπόροι, ποδηλάτες και σκιέρ. Αυτοκίνητα δεν υπήρχαν (εκτός από κάτι μικρά ηλεκτροκίνητα), μιας και δεν επιτρέπονται μέσα στο χωριό. Τα πάντα δούλευαν τέλεια σαν ελβετικό ρολόι! Μόνο μειονέκτημα, η ακρίβεια! Ευτυχώς είχαμε προνοήσει και εφοδιαστήκαμε τρόφιμα από supermarket, στην Ιταλία. Έτσι τα μόνα έξοδα θα ήταν το camping και οι μετακινήσεις με ΤΑΧΙ και lift. Επισκεφτήκαμε το γραφείο των ντόπιων οδηγών βουνού και πήραμε πληροφορίες για το βουνό, αλλά και για το που θα μπορούσαμε να κάνουμε κάποιες προπαρασκευαστικές διαδρομές.
Το επόμενο πρωί ξυπνήσαμε νωρίς και πήραμε το πρώτο ΤΑΧΙ για Zermatt. Είχαμε αποφασίσει να ανεβούμε στο BREITHORN. Μια ορειβατική κορφή, 4164 μέτρων, απέναντι από το Μatterhorn, για εγκλιματισμό. Πήραμε το lift και ανεβήκαμε μέχρι το TROCKENER STEG, στα 2939μ, από όπου αρχίσαμε το περπάτημα για την κορυφή. Για μένα όλα ήταν πρωτόγνωρα, η όλη διαδικασία μου φάνηκε καταπληκτική και όταν φτάσαμε να περπατήσουμε πάνω σε παγετώνα, ένιωσα σαν πρωτοπόρος εξερευνητής περασμένου αιώνα! Μόνο που είχαμε πολύ δρόμο ακόμα μπροστά μας. Ο Λουκάς ήταν σε καλύτερη φυσική κατάσταση από όλους και μας είπε ότι θα ανέβαζε ρυθμό για να προλάβει να κάνει κορυφή. Μου πρότεινε να μείνω με τα παιδιά λόγω της απειρίας μου. Ο Δημήτρης και ο Σταύρος ακολούθησαν έναν δικό τους πιο αργό ρυθμό. Εγώ ένιωθα ακόμα δυνατός και θεώρησα ότι μπορούσα να κρατήσω ένα σχετικό γρήγορο ρυθμό. Έτσι άφησα πίσω τους δύο συντρόφους μου. Συνέχισα και παρόλο τον πονοκέφαλο που ένιωθα, πέρασα σχετικά γρήγορα το πλατώ πριν την κορυφή, εκεί όμως ο πονοκέφαλος έγινε εντονότερος και ένιωσα καλύτερα μόνο αφού έκανα εμετό. Νιώθοντας καλύτερα, αποφάσισα να συνεχίσω. Η κλίση όμως για την κορυφή ήταν έντονη και η ανάβαση γινόταν με πολύ αργό ρυθμό. Γύρω στα 100 μέτρα πριν την κορυφή ρώτησα έναν Ιταλό που κατέβαινε, την ώρα, Μου είπε ότι ήταν 1. Μου φάνηκε απίστευτο! Είχα κάνει 4 ώρες μέχρι εκείνο το σημείο και με την κούραση που ένιωθα, θεώρησα ότι δεν θα προλάβαινα με τίποτα το τελευταίο lift για Zermatt, που έφευγε στις 4. Πρέπει να έμεινα εκεί γύρω στα 10 λεπτά, προσπαθώντας να πάρω μια απόφαση. Τελικά αποφάσισα να γυρίσω. Όταν έφτασα κάτω βρήκα τον Σταύρο και τον Δημήτρη, οι οποίοι, μπορεί να μην είχαν κάνει ούτε αυτοί κορφή, είχαν πάρει όμως, την σωστή απόφαση και δεν πιέστηκαν. Στο κάτω κάτω, ήμασταν εκεί για να εγκλιματιστούμε. Ρώτησα πάλι την ώρα. Ήταν 2:40. Είχα διανύσει την απόσταση στο μισό χρόνο που χρειάστηκα να ανέβω. Η απειρία μου, μου στοίχισε την χαρά να κάνω την κορφή. Περιμέναμε τον Λουκά, ο οποίος ήταν ο μόνος που ανέβηκε κορφή και κατεβήκαμε στο χωρίο.
Τις επόμενες ημέρες, ο καιρός δεν ήταν με το μέρος μας. Άρχισε να βρέχει. Για να μην καθόμαστε άπραγοι, αποφασίσαμε να το ρίξουμε στον τουρισμό. Πήγαμε μια βόλτα στη Γαλλία. Περπατήσαμε σε ένα άνοιγμα του καιρού στην περιοχή γύρω από το Zermatt και επισκτευτήκαμε το πολύ καλό μουσείο του Matterhorn. Στις 9 του μηνός σκαρφαλώσαμε με τον Λουκά, στο RIFFELHORN (2927μ) μια αναρριχητική διαδρομή (4+) σε γρανίτη και ο Σταύρος με τον Δημήτρη μια άλλη (6+). Η διαδρομή, εύκολη αλλά λόγω υψομέτρου κουραστική, ήταν αποκάλυψη για εμένα. Εκτός την αίσθηση του να σκαρφαλώνω λίγα μέτρα πάνω από παγετώνα με καταπληκτική θέα, ήταν η πρώτη φορά που ένιωσα ασφάλεια ενώ σκαρφάλωνα με τις μπότες. Τελικά ο Λουκάς και ο Σταύρος είχαν δίκιο. Οι μπότες πατούσαν παντού! Το μόνο που έπρεπε να κάνω ήταν να τις εμπιστευτώ.
Ο καιρός ξαναέκλεισε και είχαμε αρχίσει να αμφιβάλουμε για το αν θα μας δινόταν η ευκαιρία να κάνουμε το βουνό. Παρακολουθούσαμε μέσω internet τον καιρό και έδειξε ότι υπήρχε ένα άνοιγμα μεταξύ 12 και 15 Αυγούστου. Αποφασίσαμε να το εκμεταλλευτούμε.
Νωρίς το πρωί της Τετάρτης 12 του μηνός μαζέψαμε τα αντίσκηνα, φορτωθήκαμε τα σακίδια και φύγαμε για το HORNLIHUTTE, που βρίσκεται στα 3260μ. υψόμετρο. Το lift μας άφησε στο SCHWARZSEE PARADISE στα 2583μ.
Μετά από 4 ώρες περπάτημα σε μονοπάτι, φτάσαμε στο καταφύγιο και στήσαμε το μικρό μας camp, στη βάση του βουνού. Αμέσως ξεκινήσαμε να κάνουμε ένα μέρος της διαδρομής ώστε να το ξέρουμε, αφού θα γινόταν νύχτα. Εγώ με τον Λουκά ξεκινήσαμε πρώτοι. Μόλις φτάσαμε στο σημείο που ουσιαστικά ξεκινάει η διαδρομή και αντίκρισα τα λεία, από τις χιλιάδες μπότες που περάσαν από εκεί, βράχια με έπιασε πανικός. Είπα στον Λουκά ότι δεν το είχα. Αυτός όμως ξεκίνησε βρίζοντας με για να με εμψυχώσει! Ευτυχώς υπήρχαν τα φιξαρισμένα σχοινιά από τα οποία πιάστηκα και ανέβηκα. Μετά η διαδρομή γινόταν πιο εύκολη, ακόμα και για έναν αρχάριο σαν μένα. Χρειαζόταν όμως πολύ προσοχή γιατί τα περισσότερα περάσματα ήταν εκτεθειμένα. Πήρα θάρρος από το γεγονός ότι ένιωθα καλά και κουράγιο από τον Λουκά που πήγαινε μπροστά και ακολούθησα. Σκαρφαλώναμε με την μέθοδο της παράλληλης κίνησης. Ανεβήκαμε μέχρι τα 3600μ. Εκεί βρεθήκαμε με την άλλη σχοινοσυντροφιά και αποφασίσαμε να γυρίσουμε. Μάλλον όμως είχαμε ανέβει πολύ γρήγορα από τα 2600 που μας άφησε το lift και ο οργανισμός μου άργησε να «νιώσει» το υψόμετρο. Όταν αρχίσαμε να κατεβαίνουμε όμως με έπιασε πάλι πονοκέφαλος και ένιωσα ζαλάδα. Το είπα στον Λουκά και του ζήτησα να βάζει πιο συχνά ασφάλειες. Κατεβαίναμε πολύ αργά και βλέπαμε γύρω μας κάτι τύπους που ανεβοκατάιβεναν με χαρακτηριστική άνεση, μιλώντας στο κινητό τους τηλέφωνο και τους κοιτούσαμε περίεργα. Όταν έφτασα στο αντίσκηνο ήμουν χάλια. Ζαλιζόμουν και ένιωθα ένα χέρι να σφίγγει το κεφάλι μου. Κοιμήθηκα χωρίς να φάω τίποτα.
Ξύπνησα το άλλο πρωί και πάλι ήμουν χάλια. Έβλεπα τους υπόλοιπους να ετοιμάζουν φαγητό ή να λιώνουν χιόνι για νερό και δεν μπορούσα να τους βοηθήσω. Μόνο αργά το απόγευμα αφού είχα κοιμηθεί το μεσημέρι, ένιωσα καλύτερα. Είπα στο Λουκά ότι ήμουν καλύτερα και ρώτησα τι θα κάναμε. Μου είπε (ξέρω πόσο δύσκολο ήταν γι' αυτον, αλλό και πόσο είχε δίκιο) ότι ήταν καλύτερα να αναβάλουμε την προσπάθεια γιατί ήμουν αδύναμος. Έτσι προσπαθήσαμε και οι δύο να ξεκουράσουμε όσο ήταν δυνατό τα άλλα δύο μέλη της μικρής μας ομάδας.
Όταν άρχισε να σκοτεινιάζει, παρακολουθούσαμε με δέος το φωτεινό μονοπάτι που είχε σχηματιστεί σε όλο το βουνό. Ήταν οι φακοί κεφαλής όσων είχαν καθυστερήσει. Ήταν τόσοι πολλοί που θύμιζε μποτιλιάρισμα στη εθνική οδό το Πάσχα! Κάποιοι θα κοιμόντουσαν στο καταφύγιο ανάγκης, άλλοι θα έπρεπε να κάνουν bivouac! Με τον Λουκά μείναμε να κοιτάμε όσο αντέχαμε (λόγω κρύου) το «φαινόμενο» ενώ οι καλαματιανοί είχαν πέσει για ύπνο. Θα ξυπνούσαν στις 2:30 για να έχουν ένα προβάδισμα σε σχέση με τους οδηγούς και για να αποφύγουν τον συνωστισμό. Πέσαμε και εμείς και συμφωνήσαμε να βάλουμε ξυπνητήρι για να σηκωθούμε να δούμε τα παιδιά που θα ξεκινούσαν. Ξύπνησα από την φωνή του Λουκά, φώναζε τα ονόματα των παιδίων αλλά αυτοί είχαν απομακρυνθεί και δεν άκουσαν. Το κινητό είχε σβήσει και δεν χτύπησε.
Η επόμενη μέρα ήταν όλο αγωνία. Όταν μάλιστα ένα ελικόπτερο της AIRZERMATT προσγειώθηκε στο ελικοδρόμιο του καταφυγίου και πήρε κάποιον διασώστη, η αγωνία κορυφώθηκε! Κατά τις 10 όμως ακούσαμε την φωνή του Σταύρου στον ασύρματο. Ήταν καλά και είχαν κάνει κορυφή!!!
Ο Λουκάς από τον ενθουσιασμό του ανέβηκε μέχρι ένα σημείο της διαδρομής και τους περίμενε. Εγώ έμεινα κάτω και ετοίμασα φαγητό για να βρούνε κάτι έτοιμο να φάνε.
Τελικά έφτασαν κατά τις 4:30. Κατάκοποι αλλά ευτυχισμένοι. Τους αφήσαμε να ξεκουραστούν και πέρασαν την ενδεδειγμένη ανάκριση όταν ξύπνησαν.
Την επόμενη μαζέψαμε γρήγορα τα υλικά. Κατεβήκαμε τρέχοντας το μονοπάτι. Φορτώσαμε το αυτοκίνητο και ο Σταύρος μας έφερε οδηγώντας σχεδόν σερί μέχρι την Λαμία.
Αν κάποιος με ρωτούσε, τι είναι αυτό που χαράχτηκε στη μνήμη μου από το ταξίδι, δεν θα έλεγα οι αναρριχητικές ικανότητες των συντρόφων μου, (αυτές ήταν δεδομένες και γνωστές σε μένα πριν πάμε εκεί) αλλά η ευκολία με την οποία, ένας από αυτούς (όνομα δεν θα αναφέρω), πήρε το τηλέφωνο της πιο όμορφης ύπαρξης που είδαμε στο ταξίδι, μέσα στο lift που μας κατέβαζε από το βουνό.
Υ.Γ. Θα περίμενε κανείς ότι όλο αυτό που έζησα στην Ελβετία θα με έκανε να καταλάβω πως ήταν λάθος να υπερεκτιμήσω τις δυνατότητες μου και να αποφύγω παρόμοια λάθη στο μέλλον. Αμ δε…,πρόσφατα φίλος και σχοινοσύντροφος μου, με δήλωσε σε αγώνα TRAIL, 67 χιλιομέτρων. Τη στιγμή που δεν έχω τρέξει ούτε 10αρι στη ζωή μου…
Κων/νος Μαρματζάκος
Ξύπνησα το άλλο πρωί και πάλι ήμουν χάλια. Έβλεπα τους υπόλοιπους να ετοιμάζουν φαγητό ή να λιώνουν χιόνι για νερό και δεν μπορούσα να τους βοηθήσω. Μόνο αργά το απόγευμα αφού είχα κοιμηθεί το μεσημέρι, ένιωσα καλύτερα. Είπα στο Λουκά ότι ήμουν καλύτερα και ρώτησα τι θα κάναμε. Μου είπε (ξέρω πόσο δύσκολο ήταν γι' αυτον, αλλό και πόσο είχε δίκιο) ότι ήταν καλύτερα να αναβάλουμε την προσπάθεια γιατί ήμουν αδύναμος. Έτσι προσπαθήσαμε και οι δύο να ξεκουράσουμε όσο ήταν δυνατό τα άλλα δύο μέλη της μικρής μας ομάδας.
Όταν άρχισε να σκοτεινιάζει, παρακολουθούσαμε με δέος το φωτεινό μονοπάτι που είχε σχηματιστεί σε όλο το βουνό. Ήταν οι φακοί κεφαλής όσων είχαν καθυστερήσει. Ήταν τόσοι πολλοί που θύμιζε μποτιλιάρισμα στη εθνική οδό το Πάσχα! Κάποιοι θα κοιμόντουσαν στο καταφύγιο ανάγκης, άλλοι θα έπρεπε να κάνουν bivouac! Με τον Λουκά μείναμε να κοιτάμε όσο αντέχαμε (λόγω κρύου) το «φαινόμενο» ενώ οι καλαματιανοί είχαν πέσει για ύπνο. Θα ξυπνούσαν στις 2:30 για να έχουν ένα προβάδισμα σε σχέση με τους οδηγούς και για να αποφύγουν τον συνωστισμό. Πέσαμε και εμείς και συμφωνήσαμε να βάλουμε ξυπνητήρι για να σηκωθούμε να δούμε τα παιδιά που θα ξεκινούσαν. Ξύπνησα από την φωνή του Λουκά, φώναζε τα ονόματα των παιδίων αλλά αυτοί είχαν απομακρυνθεί και δεν άκουσαν. Το κινητό είχε σβήσει και δεν χτύπησε.
Η επόμενη μέρα ήταν όλο αγωνία. Όταν μάλιστα ένα ελικόπτερο της AIRZERMATT προσγειώθηκε στο ελικοδρόμιο του καταφυγίου και πήρε κάποιον διασώστη, η αγωνία κορυφώθηκε! Κατά τις 10 όμως ακούσαμε την φωνή του Σταύρου στον ασύρματο. Ήταν καλά και είχαν κάνει κορυφή!!!
Ο Λουκάς από τον ενθουσιασμό του ανέβηκε μέχρι ένα σημείο της διαδρομής και τους περίμενε. Εγώ έμεινα κάτω και ετοίμασα φαγητό για να βρούνε κάτι έτοιμο να φάνε.
Τελικά έφτασαν κατά τις 4:30. Κατάκοποι αλλά ευτυχισμένοι. Τους αφήσαμε να ξεκουραστούν και πέρασαν την ενδεδειγμένη ανάκριση όταν ξύπνησαν.
Την επόμενη μαζέψαμε γρήγορα τα υλικά. Κατεβήκαμε τρέχοντας το μονοπάτι. Φορτώσαμε το αυτοκίνητο και ο Σταύρος μας έφερε οδηγώντας σχεδόν σερί μέχρι την Λαμία.
Αν κάποιος με ρωτούσε, τι είναι αυτό που χαράχτηκε στη μνήμη μου από το ταξίδι, δεν θα έλεγα οι αναρριχητικές ικανότητες των συντρόφων μου, (αυτές ήταν δεδομένες και γνωστές σε μένα πριν πάμε εκεί) αλλά η ευκολία με την οποία, ένας από αυτούς (όνομα δεν θα αναφέρω), πήρε το τηλέφωνο της πιο όμορφης ύπαρξης που είδαμε στο ταξίδι, μέσα στο lift που μας κατέβαζε από το βουνό.
Υ.Γ. Θα περίμενε κανείς ότι όλο αυτό που έζησα στην Ελβετία θα με έκανε να καταλάβω πως ήταν λάθος να υπερεκτιμήσω τις δυνατότητες μου και να αποφύγω παρόμοια λάθη στο μέλλον. Αμ δε…,πρόσφατα φίλος και σχοινοσύντροφος μου, με δήλωσε σε αγώνα TRAIL, 67 χιλιομέτρων. Τη στιγμή που δεν έχω τρέξει ούτε 10αρι στη ζωή μου…
Κων/νος Μαρματζάκος
Παρε 10 δαχτυλα απο μενα...Νικος
ΑπάντησηΔιαγραφήkata ta alla kaly tyxi me to trail race sou...me opoion daskalo kathiseis tetoia trail tha matheis!!!filia re !!!keep on...
ΑπάντησηΔιαγραφήωραια περιγραφη..τωρα ξερεις τι ειναι να υποκλινεσαι στο βουνο
ΑπάντησηΔιαγραφήκαθως εισαι ομως σκυμενος ριχνε καμμια κλεφτη ματια στο δρομο για την κορφη..καποτε θα σου κατσει..